Προ πολλών ετών είχα ακούσει στη Νέα Σκήτη του Αγίου Όρους για τον ευλαβή μοναχό Αβέρκιο. Ήταν ασκητικώτατος, ελεήμων, εργατικός, απέριττος, πράος. Στις αγρυπνίες και τις Κυριακές εκκλησιάζετο πάντοτε στο Κυριακό. Συνήθιζε δε να στέκεται στο πίσω μέρος του Ναού, στο Νάρθηκα, με πολλή ευλάβεια.
Κάποτε σε μια αγρυπνία μιας μεγάλης γιορτής, είχε τελειώσει η Μεγάλη Δοξολογία και εδιαβάζετο χύμα η Πρώτη Ώρα. Τότε βλέπουν ξαφνικά οι πατέρες τον γέροντα Αβέρκιο να αφήνη το στασίδι του και διασχίζοντας γρήγορα όλον τον Ναό, να φθάνη μπροστά στο Ιερό και περνώντας μέσα από την Ωραία Πύλη, που ήταν ανοικτή, να στέκεται μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Κατόπιν τον βλέπουν να βάζη μετάνοια σε Κάποιον, που δεν εφαίνετο, και χαρούμενος να απαντά:
--Ναι Δέσποτα, βλέπω. Αβέρκιος μοναχός. Ευχαριστώ, ευχαριστώ! Μετά έκαμε πάλι μια βαθειά μετάνοια, μαζί με την κίνηση που κάνουμε όταν φιλούμε το χέρι, και περνώντας πάλι από την Ωραία Πύλη γύρισε στη θέσι του.
Όταν πρόσεξαν αυτή τη συμπεριφορά του πατρός Αβερκίου, νόμισαν ότι κάτι πήγε να πη στον εφημέριο. Ο εφημέριος όμως, που ήταν στην "Πρόθεση" εκείνη τη στιγμή και είδε τη σκηνή, που περιγράψαμε, τον θεώρησε επιπόλαιο και από την δήθεν σαλότητά του τα έκαμε όλα αυτά.
Την άλλη ημέρα ο εφημέριος πήγε και τον βρήκε στο φτωχικό καλυβάκι του και τον ρώτησε:
--Τι έγινε χθες; Πώς τόλμησες και μπήκες στο Ιερό από την Ωραία Πύλη; Και με ποιόν μιλούσες;
Έκπληκτος ο πατήρ Αβέρκιος απάντησε με απλότητα:
--Καλά... εσύ, παπά μου, δεν έβλεπες τον Δεσπότη, που στεκόταν τόση ώρα στην Ωραία Πύλη και με φώναξε να πάω κοντά Του; Ρώτησε το όνομά μου και Του το είπα. Κατόπιν το έγραψε σε μία πλάκα, που είναι μέσα στο Άγιο Βήμα, δεξιά... και μάλιστα μου το έδειξε κι εγώ το διάβασα... "Αβέρκιος μοναχός"!
Γρήγορα αυτό έγινε γνωστό, και όλοι οι πατέρες τον ρωτούσαν και τον ξαναρωτούσαν πως έγινε και τι του είπε ο Δεσπότης. Ο Γέρων Αβέρκιος τα διηγείτο όλα με κάθε λεπτομέρια. Απορούσε όμως ο απλός και άκακος αυτός γέρων μοναχός, γιατί τον ρωτούσαν συνέχεια οι αδελφοί, αφού όλοι τους θα έπρεπε να είχαν δει -όπως πίστευε- τη δική του εκστατική θεωρία! Επίστευσε τελικά ότι ήταν θεία ενέργεια, διότι πλάκα μαρμάρινη δεν υπήρχε στο Ιερό Βήμα και ούτε βρέθηκε ποτέ.
Τι να ήταν άραγε; Ήταν το ουράνιο βιβλίο της Αιωνίου ζωής, όπου ο φιλάνθρωπος Κύριος και Δεσπότης καταγράφει "τους καθαρούς τη καρδία", τους σεσωσμένους, τους αγωνιζομένους χριστιανούς, που πεθαίνουν εν μετανοία, τους Μάρτυρες, τους Ομολογητές, τους Δικαίους, τους Οσίους, τους Αγίους, άνδρες και γυναίκες!
Πηγή: από το βιβλίο Πρωτοπρεσβύτερου Στεφάνου Κ. Αναγνωστόπουλου, Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία, Πειραιάς, 2006